Καταχρηστική μετάθεση και απόλυση εργαζομένου

Γράφει η δικηγόρος Αναστασία Μήλιου*

Μετάθεση εργαζομένου χωρίς να λαμβάνονται υπόψιν τα συμφέροντά του: συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη και επομένως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας. Καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, όταν έγινε από τον εργοδότη εξαιτίας της άρνησης του εργαζομένου να συμμορφωθεί με απόφαση μετάθεσης, συνιστώσα μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του. Διένεξη της εργαζόμενης με την υπεύθυνη καταστήματος πώλησης ενδυμάτων, εξαιτίας των έντονων πιέσεων της τελευταίας προς την εργαζόμενη να απασχολείται πέραν του μειωμένου λόγω μητρότητας ωραρίου. Μετάθεση της εργαζόμενης με πραγματικό απώτερο σκοπό την εξουθένωσή της και την εξώθησή της σε παραίτηση, χωρίς να εξυπηρετούνται οι ανάγκες της επιχείρησης και χωρίς να ληφθούν υπόψιν οι ατομικές και οικογενειακές ανάγκες και υποχρεώσεις της εργαζόμενης (μητέρας τριών ανήλικων τέκνων). Ηθική και επαγγελματική μείωση της εργαζομένης, λόγω καταχρηστικής μετάθεσης. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας, εφόσον έγινε από ταπεινά ελατήρια και λόγους εκδίκησης, διότι η εργαζόμενη διαμαρτυρήθηκε και διαφώνησε στην καταχρηστική μετάθεσή της.

        Ο εργοδότης έχει το διευθυντικό δικαίωμα να ρυθμίζει κάθε θέμα που ανάγεται στην οργάνωση και λειτουργία της επιχείρησης του προκειμένου να επιτύχει τους εν γένει σκοπούς της, περιοριζόμενος μόνο από το νόμο και τους όρους της σύμβασης, όπως αυτή ερμηνεύεται κατά την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Κάθε μονομερής μεταβολή των όρων της υπαλληλικής συμβάσεως, που βλάπτει τον υπάλληλο, θεωρείται ως καταγγελία αυτής, για την οποία ισχύουν οι διατάξεις του νόμου. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι η εκ μέρους του εργοδότη μονομερής και βλαπτική για τον εργαζόμενο μεταβολή των όρων της σύμβασης του δεν επιφέρει την λύση αυτής, ούτε υποχρεώνει τον μισθωτό ν' αποχωρήσει από την εργασία του, αλλά παρέχει σ' αυτόν το δικαίωμα

-είτε ν΄αποδεχθεί ρητά ή σιωπηρά την μεταβολή και να παραμείνει στην εργασία του, καταρτίζοντας έτσι με τον εργοδότη του νέα σύμβαση

-είτε να θεωρήσει την μεταβολή ως άτακτη καταγγελία της σύμβασης από τον εργοδότη και αποχωρώντας από την εργασία του ν' αξιώσει την οφειλομένη αποζημίωση,

-είτε ν' αποκρούσει την μεταβολή και να συνεχίσει να προσφέρει την εργασία του υπό τους αρχικούς όρους αξιώνοντας την τήρηση τους, οπότε, εάν ο εργοδότης αποκρούσει την παροχή εργασίας με τους όρους αυτούς, καθίσταται υπερήμερος και ο μισθωτός δικαιούται ν’ απαιτήσει μισθούς υπερημερίας,

-είτε εκφράζοντας την αντίθεση του προς την επελθούσα εις βάρος του μεταβολή, να παράσχει την νέα εργασία του και να προσφύγει στο δικαστήριο, ζητών να υποχρεωθεί ο εργοδότης του να τον απασχολεί σύμφωνα με τους προ της μεταβολής όρους.

Μονομερής μεταβολήθεωρείται κάθε τροποποίηση από τον εργοδότη των όρων εργασίας χωρίς τη συναίνεση του μισθωτού και χωρίς να έχει τέτοιο δικαίωμα ο ίδιος από τη σύμβαση, το νόμο ή τον τυχόν υπάρχοντα κανονισμό εργασίας της επιχειρήσεως. Για την εφαρμογή δε της εν λόγω διατάξεως απαιτείται η μονομερής μεταβολή των όρων εργασίας να είναι βλαπτική για τον εργαζόμενο, δηλαδή να προκαλεί σ' αυτόν άμεσα ή έμμεσα υλική ή και ηθική μόνο ζημία. Μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων αυτών μπορεί να αποτελέσει και η μετάθεση του μισθωτού σε άλλο τόπο από εκείνο που παρέχει την εργασία του, εφόσον έχει συμφωνηθεί το αμετάθετο ή έχει ανατεθεί στον υπάλληλο εργασία κατώτερη από εκείνη που πρόσφερε κατά τους όρους της συμβάσεως εργασίας, η οποία συνδέει το μισθωτό με τον εργοδότη του.

Σε περίπτωση όμως που η ανωτέρω μονομερής μεταβολή δεν είναι αντίθετη στο νόμο και τους όρους της συμβάσεως και γίνεται κατ' ενάσκηση του διευθυντικού δικαιώματος του εργοδότη, τότε ο εργαζόμενος προστατεύεται μόνο από τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, η οποία απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος. Τέτοια καταχρηστική άσκηση υπάρχει όταν ο εργοδότης, ο οποίος διατηρεί περισσότερα καταστήματα για τις ανάγκες της επιχείρησης του σε διάφορους τόπους και έχει το δικαίωμα από τον κανονισμό εργασίας να μεταθέσει το μισθωτό σε κατάστημα που βρίσκεται σε άλλον τόπο από εκείνον στο οποίον υπηρετεί αυτός,δεν λαμβάνει υπόψη του τα συμφέροντα του μισθωτού, και ειδικότερατην κατάσταση της υγείας του, τις ατομικές και οικογενειακές του ανάγκες και υποχρεώσεις, και την μακροχρόνια παραμονή του σε ορισμένο τόπο και τη συνεπεία αυτής δημιουργία ορισμένων συνθηκών διαβίωσης, σε συνδυασμό με τη δυνατότητα μετακίνησης άλλου υπαλλήλου που μπορεί να ασκήσει το ίδιο αντικείμενο εργασίας και δεν αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας, ο οποίος και πρέπει να προτιμάται για τη μετάθεση, αν εξυπηρετούνται έτσι οι λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, ώστε να μην επιλέγονται εργαζόμενοι, για τους οποίους η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου έχει προφανώς επαχθέστερες συνέπειες,διότι αλλιώς πρόκειται για ενέργεια που αντίκειται εκδήλως στην καλή πίστη και συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος και επομένως μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας.

Η μονομερώς επιχειρούμενη από τον εργοδότη βλαπτική μετάθεση ή μετακίνηση του μισθωτού από μία θέση σε άλλη, παρέχει στον τελευταίο το δικαίωμα να αξιώσει την επαναφορά του στην προηγούμενη θέση, ενώ στην περίπτωση της καταχρηστικής άσκησης του διευθυντικού δικαιώματος η σχετική απόφαση περί μετάθεσης του μισθωτού είναι άκυρη και εντεύθεν έχει προσβληθεί η προσωπικότητα του μισθωτού, δικαιούται δε αυτός, εκτός από το να αξιώσει την άρση της παρανομίας με την επαναφορά του στην προηγούμενη κατάσταση, και την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, που υπέστη λόγω της ηθικής ή επαγγελματικής μείωσης του, αφού έχει λάβει χώρα παράνομη προσβολή της προσωπικότητας του.

Εξάλλου, η καταγγελία συμβάσεως εργασίας αόριστου χρόνου είναι μονομερής αναιτιώδης δικαιοπραξία γι' αυτό, δεν είναι απαραίτητο να δικαιολογείται από εκείνον που προβαίνει (καταγγελία). Αποτελεί όμως άσκηση δικαιώματος και, κατά συνέπεια, δεν πρέπει να υπέχει όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή τον οικονομικό κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος, διότι διαφορετικά είναι άκυρη και θεωρείται σαν να μην έγινε, οπότε ο εργοδότης, αρνούμενος τις υπηρεσίες του εργαζομένου, καθίσταται υπερήμερος και υποχρεούται στην καταβολή προς αυτόν του μισθού του. Θεωρείται δε ως καταχρηστική η καταγγελία και όταν αυτή έγινε από τον εργοδότη ένεκα της αρνήσεως του εργαζομένου να αποδεχθεί μονομερή σε βάρος του βλαπτική μεταβολή των συμβατικών όρων.

Τέλος, κάθε αξίωση μισθωτού που πηγάζει από άκυρη καταγγελία της σχέσης εργασίας είναι απαράδεκτη, εφόσον η σχετική αγωγή δεν κοινοποιήθηκε εντός τρίμηνης ανατρεπτικής προθεσμίας από τη λύση της σχέσης εργασίας. Η ως άνω διάταξη αναφέρεται, τόσον στην τακτική με προμήνυση καταγγελία όσον και στην άτακτη καταγγελία της συμβάσεως εργασίας. Στην τακτική όμως καταγγελία η σχέση λύεται αφότου περάσει το διάστημα της προμηνύσεως (προειδοποιήσεως) στη χρονολογία που ορίζεται, αφού στο διάστημα αυτό η σχέση λειτουργεί και οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των μερών παραμένουν ακέραια. Επομένως, αφετηρία της τρίμηνης αποσβεστικής προθεσμίας για τις αξιώσεις του μισθωτού, που ως γενεσιουργό αιτία έχουν την ακυρότητα της γενόμενης καταγγελίας της έγκυρης σύμβασης εργασίας, είναι η επόμενη ημέρα της κοινοποιήσεως του εγγράφου της καταγγελίας και εφόσον πρόκειται για άμεση, τακτική, καταγγελία με προειδοποίηση, η τρίμηνη αποσβεστική προθεσμία έχει ως αφετηρία τη λήξη της προθεσμίας οπότε και ολοκληρώνεται η καταγγελία.

Στην υπό εξέταση περίπτωση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: Η ενάγουσα τοποθετήθηκε ως πωλήτρια σε ένα από τα καταστήματα που διατηρεί η εναγομένη για τις ανάγκες της επιχείρησης της και συγκεκριμένα στο κατάστημα του Πειραιά, ενώ κατά το επίδικο χρονικό διάστημα απασχολούνταν με μειωμένο ωράριο λόγω μητρότητας κατά τα προβλεπόμενα στο νόμο. Σημειώνεται, ότι δυνάμει όρου της ατομικής σύμβασης εργασίας της ως τόπος παροχής της εργασίας συμφωνήθηκε ότι μπορεί να είναι όλα τα καταστήματα ή και υποκαταστήματα της εταιρίας όπου έχει θέση απασχόλησης ή έννομο συμφέρον η εταιρία. Περαιτέρω, στο κατάστημα που απασχολούνταν η ενάγουσα στον Πειραιά, εργάζονταν μαζί με την τελευταία κατά την επίδικη περίοδο άλλα δύο άτομα, ήτοι, μαζί με την ενάγουσα, συνολικά τρία άτομα. Τον Ιούνιο του έτους 2013 η εναγομένη τοποθέτησε στο ως άνω κατάστημα του Πειραιά νέα υπάλληλο στην θέση της υπεύθυνης. Οι σχέσεις της ενάγουσας με την νέα υπεύθυνη του καταστήματος δεν εξελίχθηκαν ομαλά λόγω των συνεχών πιέσεων εκ μέρους της τελευταίας να απασχολείται και πέραν του μειωμένου λόγω μητρότητας ωραρίου. Αποκορύφωμα των διαταραγμένων σχέσεων υπήρξε μία έντονη διένεξη μεταξύ της υπεύθυνης και της ενάγουσας περί τα τέλη Ιουνίου του ίδιου ως άνω έτους με αφορμή το πρόγραμμα των καλοκαιρινών αδειών του καταστήματος, μετά την οποία η υπεύθυνη του καταστήματος ενημέρωσε τη διεύθυνση της εναγομένης. Ακολούθως, την ίδια ημέρα που έλαβε χώρα η εν λόγω διένεξη η εναγομένη δια των εκπροσώπων της ανακοίνωσε προφορικά στην ενάγουσα τη μετάθεση της στο κατάστημα του Χαλανδρίου. Η ενάγουσα διαμαρτυρήθηκε έντονα για την ως άνω απόφαση της εναγομένης, ενώ την 02.07.2013, μία ημέρα μετά την ως άνω ανακοίνωση, μετέβην κανονικά στο κατάστημα του Πειραιά, επιμένοντας να προσφέρει τις υπηρεσίες της εκεί. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 03.07.2013 η ενάγουσα εμφανίστηκε στο κατάστημα του Χαλανδρίου επιλέγοντας τελικά να παράσχει τις υπηρεσίες της στο νέο τόπο εργασίας της και να προσφύγει μελλοντικά στην Επιθεώρησης Εργασίας, αλλά και δικαστικώς για την επελθούσα μεταβολή των συνθηκών εργασίας της. Ωστόσο, η εναγομένη δια των εκπροσώπων της, την ίδια ημέρα (03.07.2013), προέβη σε καταγγελία της εργασιακής σύμβασης της ενάγουσας με προειδοποίηση τριών μηνών και συγχρόνως της απεύθυνε εξώδικη - δήλωση με την οποία της γνωστοποιούσε και εγγράφως, πλέον, την μετάθεση της στο κατάστημα του Χαλανδρίου. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και ιδίως από την χρονική ακολουθία με την οποία αυτά εκτυλίχθηκαν καθίσταται σαφές ότι η ως άνω καταγγελία της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας έγινε καταχρηστικά λόγω της άρνησης της να συμμορφωθεί με την απόφαση της εναγομένης να την μεταθέσει στο υποκατάστημα της στο Χαλάνδρι, απόφαση, συνιστάμενη, ταυτόχρονα, μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας της ενάγουσας. Συγκεκριμένα, αποδείχθηκε ότι η εν λόγω απόφαση της εναγομένης να μεταθέσει την ενάγουσα από τον Πειραιά στο Χαλάνδρι δεν έγινε για την εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχείρησης, καθόσον στη θέση της μετά την απομάκρυνση της από το κατάστημα του Πειραιά τοποθετήθηκε άλλο άτομο, στο δε κατάστημα Χαλανδρίου εργάζονταν ήδη την περίοδο εκείνη δύο πωλήτριες. Άλλωστε, η εναγομένη στην εξώδικη δήλωση - γνωστοποίηση που απεύθυνε στην ενάγουσα αναφερόταν αόριστα σε μετάθεση «.... για κάλυψη των αναγκών της εταιρίας .... και μέχρι γνωστοποίηση νεωτέρας», χωρίς να προσδιορίζει τι είδους έκτακτες ανάγκες καλούνταν η ενάγουσα να καλύψει στο νέο τόπο εργασίας. Στη, δε, εξωδικαστική συζήτηση της ένδικης διαφοράς ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας, η εμφανισθείσα, ενταύθα, εκπρόσωπος της εναγομένης παραδέχτηκε ότι η μετάθεση της ενάγουσας έγινε λόγω του προαναφερόμενου έντονου επεισοδίου που εκτυλίχθηκε με την υπεύθυνη του καταστήματος και της εντεύθεν ανάγκης να απομακρυνθεί η μία εκ των δύο από το κατάστημα για λόγους εκτόνωσης της ατμόσφαιρας. Εξάλλου, η μετάθεση της ενάγουσας συνιστά μονομερή βλαπτική ενέργεια της εναγομένης και για το λόγο ότι η μετάβαση της πλέον στη νέα της θέση (Χαλάνδρι) και η επιστροφή στην οικία της (Πειραιά) θα απαιτούσε πολύ χρόνο ημερησίως (δύο ώρες κατά μέσο όρο με μέσα συγκοινωνίας) και επί πλέον σημαντική οικονομική επιβάρυνση αυτής, με δεδομένο μάλιστα ότι το ωράριο απασχόλησης κάποιες ημέρες της εβδομάδας ήταν διακεκομμένο. Η δε εναγομένη ουδόλως έλαβε υπόψη τις ατομικές και οικογενειακές ανάγκες και υποχρεώσεις της ενάγουσας (μητέρα τριών ανήλικων τέκνων), ενώ με την πρακτική της αυτή δεν απέδειξε ότι προσπάθησε να εξυπηρετήσει τις λειτουργικές ανάγκες τις επιχείρησης, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα επέλεγε την μετακίνηση ενός άλλου υπαλλήλου της για τον οποίο η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου δεν θα είχε τόσο επαχθείς συνέπειες. Τουναντίον,  αποδείχθηκε ότι η μετάθεση της ενάγουσας συνιστά καταχρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της εναγομένης, αφού η μονομερής αυτή μεταβολή έγινε καθ' υπέρβαση των ορίων που τάσσονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος με πραγματικό απώτερο σκοπό να εξουθενώσει την ενάγουσα ψυχικά και σωματικά και να την εξωθήσει σε παραίτηση λόγω της διένεξης της με την υπεύθυνη του καταστήματος στον Πειραιά, ήτοι χαρακτηρίζεται από ταπεινά ελατήρια. Περαιτέρω, η ενάγουσα από την ως άνω χρηστική άσκηση του διευθυντικού δικαιώματος της πρώτης εναγομένης υπέστη εμφανώς ηθική και επαγγελματική μείωση και πρέπει να της επιδικασθεί το ποσό 1000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης υπέστη από την εν λόγω προσβολή της προσωπικότητας στις ως άνω εκφάνσεις της. Ακολούθως, και η καταγγελία της εργασιακής σύμβασης της ενάγουσας έγινε κινούμενη από ταπεινά ελατήρια και από λόγους εκδίκησης, διότι η ενάγουσα διαμαρτυρήθηκε έντονα και αρχικά διαφώνησε στην μετακίνηση της σε άλλο κατάστημα, γεγονός που κατά τα προαναφερόμενα θα είχε για την τελευταία επαχθείς συνέπειες και ως εκ τούτου, είναι καταχρηστική, καθόσον υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό αλλά και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της εναγομένης προς καταγγελία της σύμβασης και επομένως είναι άκυρη.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ  ΧΡ.  ΜΗΛΙΟΥ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΕΦΕΤΑΙΣ ΑΘΗΝΩΝ

Τηλ. 6945-028153

e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

www.legalaction.gr,  fb: Αναστασία Μήλιου

Κοινοποιήστε

Τι κάνουμε όταν χρωστάμε στις τράπεζες

  Γράφει η Αναστασία Χρ. Μήλιου, Δικηγόρος

Οι περισσότεροι από μας άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο έχουν δανειστεί από τις τράπεζες. Κάποιοι βρίσκονται να χρωστάνε μεγάλα ποσά, ειδικά όταν δεν μπορούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις καταβολής των μηνιαίων δόσεων, με αποτέλεσμα τα επιτόκια υπερημερίας να αυξάνουν το οφειλόμενο ποσό. 

 Και τούτο διότι όλες οι  τράπεζες δανείζουν με τόκο κι αυτό είναι κάτι που όλοι γνωρίζουμε και όλοι έχουμε αποδεχθεί. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι το νόμιμο δικαιοπρακτικό επιτόκιο για καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες είναι 5,30% συν εισφορά 0,60%;

Μια ματιά στα ενημερωτικά μηνιαία έγγραφα που αποστέλνει η τράπεζα, μπορεί να επιβεβαιώσει το καταχρηστικό και παράνομο επιτόκιο με το οποίο αυξάνεται το ποσό του δανείου που οφείλουμε.

Το ερώτημα όμως είναι μπορούμε να τα βάλουμε με την Τράπεζα και να δικαιωθούμε; 

Φυσικά και μπορούμε και όσοι το έκαναν έχουν δικαιωθεί, εφόσον τα επιτόκια των δανείων είναι υψηλότερα του νόμιμου -και κατά μέσο όρο, οι οφειλές με βάση τα επιτόκια είναι  διπλές ή τριπλές από αυτά που ο νόμος ορίζει.

Αρχικά χρειαζόμαστε από την τράπεζα αναλυτική κατάσταση του δανείου με σκοπό τον έλεγχο των χρεώσεων και τον υπολογισμό των διαφορών τους σε σχέση με την νόμιμη οφειλή. Η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να απαντήσει εντός δύο μηνών.

Αν η τράπεζα αρνηθεί να απαντήσει,  μπορούμε να κοινοποιήσουμε την ίδια επιστολή και στην τράπεζα της Ελλάδας και παράλληλα προχωρούμε σε αγωγή κατά της τράπεζας στην οποία βρίσκεται το δάνειο, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν θα καταβληθεί καμία δόση μέχρι να συμψηφιστούν οι παράνομες οφειλές και μέχρι να διορθωθεί ο λογαριασμός με τη νόμιμη οφειλή.

Αν παρ’ελπίδα η τράπεζα απαντήσει στην επιστολή, και δώσει όλα τα στοιχεία του δανείου τότε θα προκύπτουν και ευκολότερα οι παράνομες χρεώσεις.

Σε αυτήν την περίπτωση μπορείτε να καταθέσετε πάλι απευθείας αγωγή για τις παράνομες και καταχρηστικές χρεώσεις εναντίον της τράπεζας ή να αποστείλετε εξώδικο όπου θα δηλώνετε ότι δεν θα πληρώσετε μέχρι να γίνει συμψηφισμός

Αν η τράπεζα αποδεχθεί τον συμψηφισμό (που αποκλείεται) και να διορθώσει το λογαριασμό σας, νομικά σημαίνει ομολογία της τοκογλυφικής της δράσης εναντίον σας, οπότε μπορείτε να προχωρήσετε πάλι στην ίδια αγωγή συμπεριλαμβανομένου και αιτήματος για χρηματική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας.

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η κατάθεση τέτοιου είδους αγωγής δημιουργεί εκκρεμοδικία  και εφόσον εσείς έχετε πλέον νόμιμα σταματήσει να πληρώνετε, η Τράπεζα δεν μπορεί πλέον να εκδώσει διαταγή πληρωμής εναντίον σας.

Αν όμως παρόλα αυτά προχωρήσει σε Δγη πληρωμής παράνομα και καταχρηστικά, τότε το δικαστήριο θα ακυρώσει με συνοπτικές διαδικασίες τη διαταγή πληρωμής, εφόσον ασκήσετε εντός της νόμιμης προθεσμίας των 15 ημερών ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής. Αν έχετε περιουσιακά στοιχεία στο όνομά σας πρέπει να ασκήσετε ταυτόχρονα και αίτηση αναστολής με αίτημα προσωρινής διαταγής για να μην μπορεί η τράπεζα να προβεί σε καμία  εκποιητική ενέργεια κατά της περιουσίας σας μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής.

Σημειώνεται δε ότι εφόσον ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής μία φορά και για το σύνολό της, η τράπεζα δεν έχει δικαίωμα να την εκδώσει ξανά για το συγκεκριμένο χρέος. Δηλαδή εσείς απαλλάσσεστε πλήρως από την συγκεκριμένη οφειλή.

Εφόσον πετύχετε την διαγραφή του χρέους σας καθιστώντας άκυρη την διαταγή πληρωμής και εφόσον κερδίσετε και την αγωγή για την παράνομη χρέωση των επιτοκίων, έχετε την δυνατότητα να ασκήσετε αγωγή και για ηθική βλάβη κατά της τράπεζας για χρηματική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας (παράνομης ενέργειας της) εις βάρος σας.

Αν όλοι οι οφειλέτες δανειολήπτες ασκούσαν τα δικαιώματα, που τους παρέχονται από το νόμο και από τις βασικές αρχές του αστικού δικαίου κατά των τραπεζών, η αυθαίρετη, καταχρηστική και παράνομη τακτική τους θα είχε περιοριστεί ή εξαλειφθεί αφού θα γνώριζαν ότι κάθε παράνομη ενέργειά τους θα επισύρει και την ταυτόχρονη τιμωρία τους, με χρηματική αποζημίωση. 

Κοινοποιήστε

ΜΙΣΘΩΜΑΤΑ ΑΝΕΙΣΠΡΑΚΤΑ-ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙO

Πολλοί Έλληνες αλλά και ομογενείς του εξωτερικού διαθέτουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα, π.χ. σπίτια και καταστήματα που εκμεταλλεύονται εκμισθώνοντάς τα.  Οι ανθρωποι αυτοί τα τελευταία χρόνια υπερφορολογούνται για τα έσοδα απο τα μισθώματα που λαμβάνουν, υποχρεούνται να υποβάλουν ετήσια φορολογική δήλωση και Ε2 και να πληρώνουν τους πρόσθετους φόρους ακίνητης περιουσίας που τώρα λέγεται ΕΝΦΙΑ ενώ τα προηγούμενα χρόνια ονομαζόταν ΕΤΑΚ, ΦΑΠ κ.τ.λ. 

 

 Λόγω της οικονομικής κρίσης που έχει χτυπήσει την Ελλάδα σε όλους τους τομείς, πολλοί μισθωτές είτε επαγγελματίες-έμποροι που νοικιάζουν καταστήματα και γραφεία, είτε οικογενειάρχες που κατοικούν με ενοίκιο σε διαμερίσματα, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις καταβολής του ενοικίου κάθε μήνα.

 Η άμυνα των εκμισθωτών σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η προσφυγή στα Ελληνικά Δικαστηρια όπου ζητούν την απελευθέρωση του ακινήτου τους, με την αποβολή του μισθωτή και αν το επιθυμούν και την καταβολή των οφειλόμενων μισθωμάτων.

 Τι γίνεται όμως στην περίπτωση αυτή με την Εφορία, όπου φαίνονται ότι έχουν εκμισθώσει ένα ακίνητο και υποτίθεται ότι λαμβάνουν έσοδα μισθώματος, ενώ στην πράξη δεν έχουν λάβει;  Οι Εφορίες της Ελλάδος δέχονται να γίνει η ονομαζόμενη «εκχώρηση μισθωμάτων».

Δηλαδή ο εκμισθωτής με τα δικαστικά έγγραφα της αποβολής (π.χ. εξωδικο, Δγη Απόδοσης Μισθίου, αγωγή για μισθώματα κ.τ.λ.) πηγαίνει στην Εφορία του και υποβάλει μια αίτηση με την οποία εκχωρεί την απαιτησή του για τα μισθώματα στο Ελληνικό Δημόσιο.

 Στη συνέχεια κατά την υποβολή της ηλεκτρονικής του ετήσιας φορολογικής δήλωσης, στο έντυπο Ε2 όπου αναγράφονται τα στοιχεία του διαμερίσματος που μισθώνει, μετά το όνομα και το ΑΦΜ του μισθωτή αναγράφει «ΕΚΧΩΡΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ» και στο ποσό «0», για όσο διάστημα δεν λαμβάνει ενοίκιο.  Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν θα φορολογηθεί για το χρονικό διάστημα που δεν έλαβε ενοίκιο.

 Αν ο εκμισθωτής δεν μπορεί να εμφανιστεί αυτοπροσώπως να υποβάλει την αίτηση αυτή την Εφορία του, μπορεί με μια απλή εξουσιοδότηση να στείλει κάποιον άλλον στην θέση του.  ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΧΡ. ΜΗΛΙΟΥ  ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΑΘΗΝΩΝ  Τηλ. 6945-028153  e-mail : This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it. fb: Αναστασία Μήλιου

Κοινοποιήστε

Ανακοίνωση γιά τους ποδηλατικούς αγώνες - Κυκλοφορία οχημάτων

Την Κυριακή 26/04/2015  διοργανώνονται στην περιοχή της Ι.Μ. Επανωσήφη στο Δήμο Αρχανών-Αστερουσίων οι Πανελλήνιοι Σχολικοί Αγώνες Ποδηλασίας από τις 11:00 π.μ. έως τις 17:30 μ.μ..

Η διαδρομή των αγώνων είναι:

·        Ι.Μ. Επανωσήφη – Διασταύρωση με Επ.Ο. Πύργου- Χάρακα (τμ.1)

·        Επ.Ο. Πύργου-Χάρακα έως διασταύρωση Επ.Ο. Πύργου-Χάρακα με Μεταξοχώρι (τμ.2)

·        Από Διασταύρωση Μεταξοχωρίου στη συμβολή με Επ.Ο. Δίκτυο Παρθένι-Τεφέλι-Πύργος έως Αστικό Ιστό Μεταξοχωρίου (Δρόμος Πλάκας) (τμ.3)

·        Από Αστικό Ιστό Μεταξοχωρίου έως την Ι.Μ. Επανωσήφη (τμ.4)

Κατά τις ώρες διεξαγωγής των αγώνων, απαγορεύεται εντελώς η διέλευση και στάθμευση των οχημάτων στα τμήματα 1 και 3 καθώς και στους Αγροτικούς Δρόμους που συγκλίνουν στα τμήματα αυτά και  τμηματικά στα τμήματα 2 και 4, σύμφωνα με τις υποδείξεις της σχετικής σήμανσης, των τροχονόμων και των υπεύθυνων διοργανωτών .

Προτείνεται οι μετακινήσεις:

·        Από Μεταξοχώρι-Δαμάνια-Μελιδοχώρι-Αρκάδι προς Ηράκλειο να γίνονται από Χαράκι-Τεφέλι-Ηράκλειο,

·        Από Καρκαδιώτισσα προς Ηράκλειο να γίνονται από το δρόμο του Προφήτη Ηλία,

Για την καλύτερη σας εξυπηρέτηση, παρακαλούμε την αποφυγή των άσκοπων μετακινήσεων.

Κοινοποιήστε

ΑΔΥΝΑΤΗ Η ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΔΩΡΕΑΣ ΑΝ ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΤΗΣ ΔΩΡΕΑΣ ΕΙΝΑΙ 10ΕΤΙΑΣ, ΛΟΓΩ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ

¨Όταν γίνεται μεταβίβαση κινητού ή ακινήτου πράγματος με δωρεά, ο δωρητής έχει το δικαίωμα να την ανακαλέσει αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα αχάριστος απέναντι στον δωρητή ή στον σύζυγο ή σε στενό συγγενή του. Ο δωρητής δικαιούται να απαιτήσει με αγωγή την αυτούσια απόδοση του δωρηθέντος. 

Η επαναμεταβίβαση της κυριότητας γίνεται, εφόσον την αρνείται ο δωρεοδόχος, με καταδίκη σε δήλωση βουλήσεως και μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της συμβολαιογραφικής δήλωσης του δωρητή περί αποδοχής της απόφασης αυτής. Αν ο δωρεοδόχος κατά το χρόνο της ανάκλησης είχε ήδη καταστεί κύριος του δωρηθέντος ακινήτου με χρησικτησία, δεν μπορεί να αναζητηθεί το δωρηθέν ακίνητο από το δωρεοδόχο (ούτε αυτοί υποχρεούνται να το αποδώσουν) ούτε με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφού οι περί χρησικτησίας διατάξεις δεν προβλέπουν μόνο τυπικά τη μετάθεση της κυριότητας στο χρησιδεσπόζοντα αλλά και τη δικαιολογούν ουσιαστικά, παρέχοντας στο χρησιδεσπόζοντα αιτία διατήρησης του πλουτισμού.

Έχει κριθεί από τα ελληνικά δικαστήρια ότι δεν ασκεί έννομη επιρροή η ανάκληση δωρεών που αφορούσαν σε ακίνητα τα οποία οι δωρεοδόχοι εξουσίαζαν με συνεχή νομή πλέον των δέκα ετών με νόμιμο τίτλο και καλή πίστη έναντι των δωρητών και επομένως είχαν αποκτήσει επί των ακινήτων αυτών κυριότητα με πρωτότυπο τρόπο λόγω τακτικής χρησικτησίας.

Ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 1041 του ΑΚ, εκείνος που έχει στη νομή του με καλή πίστη και νόμιμο τίτλο πράγμα ακίνητο για μια δεκαετία, γίνεται κύριος του. Η δεκαετία αρχίζει αφότου μεταγραφεί ο τίτλος.

Κατά δε το άρθρο 505 ΑΚ ο δωρητής έχει το δικαίωμα να ανακαλέσει τη δωρεά, αν ο δωρεοδόχος φάνηκε με βαρύ παράπτωμα του αχάριστος απέναντι στο δωρητή ή στο σύζυγο ή σε στενό συγγενή του και ιδίως αν αθέτησε την υποχρέωση του να διατρέφει το δωρητή. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για την ανάκληση της δωρεάς απαιτείται παράπτωμα του δωρεοδόχου, ήτοι πράξη ή παράλειψη αυτού που να πηγάζει από δόλο ή, κατά τις περιστάσεις, από αμέλεια του, τούτο να είναι βαρύ και να συνιστά αχαριστία του δωρεοδόχου, ήτοι αντικοινωνική συμπεριφορά αυτού που να ενέχει παράβαση κανόνων δικαίου ή των περί ηθικής και ευπρέπειας

κρατουσών στην κοινωνία αντιλήψεων. Εξάλλου, από την περιέλευση στον δωρεοδόχο της δηλώσεως του δωρητή για ανάκληση της δωρεάς, η οποία είναι μονομερής πράξη και άτυπη (δηλαδή δεν απαιτείται συγκεκριμένος τύπος π.χ. συμβολαιογραφικό έγγραφο) έστω και αν αφορά ακίνητο, η εμπράγματη κατάσταση που υπάρχει κατά το χρόνο που γίνεται η ανάκληση δεν μεταβάλλεται, δηλαδή ο δωρητής με την δήλωση της ανάκλησης δωρεάς δεν αποκτά ξανά την κυριότητα του αντικειμένου της δωρεάς, αλλ' ανατρέπονται «αυτοδικαίως» για το μέλλον (ex nunc) τα αποτελέσματα της ενοχικής συμβάσεως της δωρεάς και ο δωρητής δικαιούται να ζητήσει το αντικείμενο αυτής με αγωγή με βάση τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού και ειδικότερα, λόγω λήξεως της αιτίας, για την οποία δόθηκε το πράγμα.

Η αγωγή αυτή είναι ενοχική και στηρίζεται στην ενοχική υποχρέωση του δωρεοδόχου προς απόδοση του χωρίς αιτία κατεχομένου πράγματος, μετά την ανάκληση της δωρεάς.

Περαιτέρω, αν ανακληθεί νόμιμα η δωρεά για λόγους αχαριστίας ο δωρητής δικαιούται να ζητήσει την αυτούσια απόδοση του δωρηθέντος πράγματος, ο τρόπος δε της αυτούσιας απόδοσης εξαρτάται από την ιδιαίτερη φύση του συγκεκριμένου κάθε φορά δικαιώματος που απέκτησε ο λήπτης. Ετσι, αν το δωρηθέν είναι πράγμα ακίνητο και μεταβιβάσθηκε στον δωρεοδόχο κατά κυριότητα, η επαναμεταβίβαση της κυριότητας μετά τη νόμιμη ανάκληση της δωρεάς γίνεται, εφόσον αρνείται αυτήν ο δωρεοδόχος, με αγωγή για καταδίκη αυτού σε δήλωση βουλήσεως και μεταγραφή της σχετικής τελεσίδικης απόφασης και της δήλωσης του δωρητή ενώπιον του συμβολαιογράφου περί αποδοχής της απόφασης αυτής.

Περαιτέρω, η μέσω χρησικτησίας κτήση πράγματος επέρχεται εκ του νόμου με τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων, οι οποίες αποτελούν τη νόμιμη αιτία της άνω κτήσεως. Επομένως, κατά του αποκτήσαντος την κυριότητα πράγματος με χρησικτησία δεν χωρεί αγωγή αδικαιολογήτου πλουτισμού, αφού ελλείπει ως προς αυτόν η προϋπόθεση της χωρίς νόμιμη αιτία κτήσεως του πλουτισμού. Ως εκ τούτου, αν ανακληθεί δωρεά ακινήτου και ο δωρεοδόχος (ή ο από αυτόν αποκτήσας προ της ανακλήσεως για νόμιμη αιτία και με νόμιμο τρόπο το δωρηθέν ακίνητο τρίτος) κατά το χρόνο της ανακλήσεως είχε ήδη καταστεί κύριος του δωρηθέντος ακινήτου με χρησικτησία, δηλαδή από νόμιμη αιτία, δεν μπορεί να αναζητηθεί το δωρηθέν ακίνητο από τον δωρεοδόχο ή τον ως άνω τρίτο, ούτε αυτοί υποχρεούνται να το αποδώσουν, κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, αφού οι περί χρησικτησίας διατάξεις δεν προβλέπουν, μόνο τυπικά τη μετάθεση της κυριότητας στον χρησιδεσπόζοντα, αλλά και την δικαιολογούν ουσιαστικά (κατά την οικονομική αξία του πράγματος), παρέχοντας στον χρησιδεσπόζοντα αιτία διατήρησης του πλουτισμού.

Με άλλα λόγια αν η δωρεά ακινήτου έγινε με συμβόλαιο δωρεάς που μεταγράφηκε στο υποθηκοφυλακείο και έχουν περάσει δέκα και πλέον χρόνια από τότε, ο δωρεοδόχος έχει γίνει κύριος του ακινήτου με δύο τρόπους, α) από την ημέρα της μεταγραφής του συμβολαίου με την ιδιότητα του δωρεοδόχου, αλλά επίσης β) έχει καταστεί κύριος του ακινήτου δέκα χρόνια μετά από την μεταγραφή ως αποκτήσας αυτό με τακτική χρησικτησία, δηλαδή ως έχων νόμιμο τίτλο (συμβόλαιο δωρεάς) με διάνοια κυρίου (δηλαδή

συμπεριφορά ως αποκλειστικός και μοναδικός ιδιοκτήτης του ακινήτου) και με καλή πίστη, (καλοπροαίρετα).

Αν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις τότε ο δωρεοδόχος μπορεί να αντιτάξει στην αγωγή του δωρητή ανάκλησης της δωρεάς την ένσταση της χρησικτησίας ότι δηλαδή έχει καταστεί κύριος του ακινήτου μετά την παρέλευση των 10 ετών από την μεταγραφή του συμβολαίου δωρεάς και έχει αποκτήσει νόμιμο και αυτοτελές δικαίωμα διατήρησης του ακινήτου στην ιδιοκτησία του.

Αναστασία Χρ. Μήλιου

Δικηγόρος παρ’Εφέταις Αθηνών

Τηλ. 6945-028153 e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

www.legalaction.gr

Κοινοποιήστε

ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΤΑΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ ΣΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ

Γράφει η Αναστασία Χρ. Μήλιου, Δικηγόρος*

Οι περισσότεροι από μας άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο έχουν δανειστεί από τις τράπεζες. Κάποιοι βρίσκονται να χρωστάνε μεγάλα ποσά, ειδικά όταν δεν μπορούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις καταβολής των μηνιαίων δόσεων, με αποτέλεσμα τα επιτόκια υπερημερίας να αυξάνουν το οφειλόμενο ποσό.

 Και τούτο διότι όλες οι  τράπεζες δανείζουν με τόκο κι αυτό είναι κάτι που όλοι γνωρίζουμε και όλοι έχουμε αποδεχθεί. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι το νόμιμο δικαιοπρακτικό επιτόκιο για καταναλωτικά δάνεια και πιστωτικές κάρτες είναι 5,30% συν εισφορά 0,60%;

Μια ματιά στα ενημερωτικά μηνιαία έγγραφα που αποστέλνει η τράπεζα, μπορεί να επιβεβαιώσει το καταχρηστικό και παράνομο επιτόκιο με το οποίο αυξάνεται το ποσό του δανείου που οφείλουμε.

Το ερώτημα όμως είναι μπορούμε να τα βάλουμε με την Τράπεζα και να δικαιωθούμε; 

Φυσικά και μπορούμε και όσοι το έκαναν έχουν δικαιωθεί, εφόσον τα επιτόκια των δανείων είναι υψηλότερα του νόμιμου -και κατά μέσο όρο, οι οφειλές με βάση τα επιτόκια είναι  διπλές ή τριπλές από αυτά που ο νόμος ορίζει.

Αρχικά χρειαζόμαστε από την τράπεζα αναλυτική κατάσταση του δανείου με σκοπό τον έλεγχο των χρεώσεων και τον υπολογισμό των διαφορών τους σε σχέση με την νόμιμη οφειλή. Η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να απαντήσει εντός δύο μηνών.

Αν η τράπεζα αρνηθεί να απαντήσει,  μπορούμε να κοινοποιήσουμε την ίδια επιστολή και στην τράπεζα της Ελλάδας και παράλληλα προχωρούμε σε αγωγή κατά της τράπεζας στην οποία βρίσκεται το δάνειο, δηλώνοντας ταυτόχρονα ότι δεν θα καταβληθεί καμία δόση μέχρι να συμψηφιστούν οι παράνομες οφειλές και μέχρι να διορθωθεί ο λογαριασμός με τη νόμιμη οφειλή.

Αν παρ’ελπίδα η τράπεζα απαντήσει στην επιστολή, και δώσει όλα τα στοιχεία του δανείου τότε θα προκύπτουν και ευκολότερα οι παράνομες χρεώσεις.

Σε αυτήν την περίπτωση μπορείτε να καταθέσετε πάλι απευθείας αγωγή για τις παράνομες και καταχρηστικές χρεώσεις εναντίον της τράπεζας ή να αποστείλετε εξώδικο όπου θα δηλώνετε ότι δεν θα πληρώσετε μέχρι να γίνει συμψηφισμός

Αν η τράπεζα αποδεχθεί τον συμψηφισμό (που αποκλείεται) και να διορθώσει το λογαριασμό σας, νομικά σημαίνει ομολογία της τοκογλυφικής της δράσης εναντίον σας, οπότε μπορείτε να προχωρήσετε πάλι στην ίδια αγωγή συμπεριλαμβανομένου και αιτήματος για χρηματική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας.

Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η κατάθεση τέτοιου είδους αγωγής δημιουργεί εκκρεμοδικία  και εφόσον εσείς έχετε πλέον νόμιμα σταματήσει να πληρώνετε, η Τράπεζα δεν μπορεί πλέον να εκδώσει διαταγή πληρωμής εναντίον σας.

Αν όμως παρόλα αυτά προχωρήσει σε Δγη πληρωμής παράνομα και καταχρηστικά, τότε το δικαστήριο θα ακυρώσει με συνοπτικές διαδικασίες τη διαταγή πληρωμής, εφόσον ασκήσετε εντός της νόμιμης προθεσμίας των 15 ημερών ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής. Αν έχετε περιουσιακά στοιχεία στο όνομά σας πρέπει να ασκήσετε ταυτόχρονα και αίτηση αναστολής με αίτημα προσωρινής διαταγής για να μην μπορεί η τράπεζα να προβεί σε καμία  εκποιητική ενέργεια κατά της περιουσίας σας μέχρι την έκδοση απόφασης επί της ανακοπής.

Σημειώνεται δε ότι εφόσον ακυρωθεί η διαταγή πληρωμής μία φορά και για το σύνολό της, η τράπεζα δεν έχει δικαίωμα να την εκδώσει ξανά για το συγκεκριμένο χρέος. Δηλαδή εσείς απαλλάσσεστε πλήρως από την συγκεκριμένη οφειλή.

Εφόσον πετύχετε την διαγραφή του χρέους σας καθιστώντας άκυρη την διαταγή πληρωμής και εφόσον κερδίσετε και την αγωγή για την παράνομη χρέωση των επιτοκίων, έχετε την δυνατότητα να ασκήσετε αγωγή και για ηθική βλάβη κατά της τράπεζας για χρηματική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας (παράνομης ενέργειας της) εις βάρος σας.

 

Αν όλοι οι οφειλέτες δανειολήπτες ασκούσαν τα δικαιώματα, που τους παρέχονται από το νόμο και από τις βασικές αρχές του αστικού δικαίου κατά των τραπεζών, η αυθαίρετη, καταχρηστική και παράνομη τακτική τους θα είχε περιοριστεί ή εξαλειφθεί αφού θα γνώριζαν ότι κάθε παράνομη ενέργειά τους θα επισύρει και την ταυτόχρονη τιμωρία τους, με χρηματική αποζημίωση.

Κοινοποιήστε

Θάνατος συνοδηγού σε τροχαίο-Πότε και υπό ποιες συνθήκες υπάρχει συνυπαιτιότητα του

Θάνατος συνοδηγού σε τροχαίο-Πότε και υπό ποιες συνθήκες υπάρχει συνυπαιτιότητα του

Γράφει η Δικηγόρος Αναστασία Μήλιου*

Απαραίτητη προϋπόθεση της ευθύνης προς αποζημίωση σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, είναι η υπαιτιότητα του οδηγού του αυτοκινήτου που προκάλεσε τη ζημία καθώς και η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της πράξεως ή παραλείψεως του οδηγού, από τις οποίες προκλήθηκε η ζημία, η ύπαρξη δε της υπαιτιότητας δεν αποκλείεται καταρχήν από το γεγονός, ότι στο αποτέλεσμα της βλάβης που προκλήθηκε, συνετέλεσε και συνυπαιτιότητα του ζημιωθέντος, εφόσον δεν διακόπτεται ο αιτιώδης σύνδεσμος.

Η ύπαρξη της υπαιτιότητας ή της συνυπαιτιότητας καθώς και ο βαθμός του πταίσματος των εμπλακέντων στο ατύχημα προσώπων, δεν αναιρούνται από μόνο το γεγονός, ότι το ένα από τα πρόσωπα αυτά παραβίασε τις διατάξεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας (Κ.Ο.Κ.), αφού μόνη η παραβίαση των διατάξεων αυτού, δεν θεμελιώνει αυτή καθεαυτή υπαιτιότητα στην επέλευση των συνεπειών από αυτοκινητικό ατύχημα. Αποτελεί απλώς στοιχείο, η στάθμιση του οποίου από το δικαστήριο της ουσίας θα κριθεί σε σχέση με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της συγκεκριμένης παραβάσεως και του επελθόντος αποτελέσματος.

Συνυπαιτιότητα θανόντος συνοδηγού, που δέχθηκε να επιβιβαστεί στη μοναδική θέση του συνοδηγού, μαζί με άλλους τρείς, ως τέταρτος επιβάτης, πράγμα που γνώριζε ότι απαγορεύεται, με συνέπεια , λόγω της έντονης πίεσης που δέχθηκε η πόρτα του συνοδηγού από τα σώματα των επιβαινόντων, κατά το ατύχημα, ν' ανοίξει η πόρτα του συνοδηγού και ο ευρισκόμενος προς αυτή παθών, να πέσει στο οδόστρωμα και από τις βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που υπέστη από την πτώση του στην άσφαλτο, να αποβιώσει.

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο Α.Π. με απόφαση του αναίρεσε εφετειακή απόφαση που δέχθηκε

σε σχέση με το θανάσιμο τραυματισμό του 19χρονου συνοδηγού αυτοκινήτου, ότι ήταν

συνυπαίτιος κατά ποσοστό 30% στο τροχαίο ατύχημα που συνέβη στο 19,5 χιλιόμετρο της Ε.Ο

Αθηνών Κορίνθου, έναντι του εργοστασίου της ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗΣ.

Η ευθύνη του εστιάστηκε από το Εφετείο στο ότι δέχθηκε να επιβιβαστεί στη μοναδική θέση του συνοδηγού, μαζί με άλλα δύο άτομα, ως τέταρτος επιβάτης σε ΙΧ αυτοκίνητο, πράγμα που γνώριζε ότι απαγορεύεται, με συνέπεια, λόγω της έντονης πίεσης που δέχθηκε η πόρτα του συνοδηγού από τα σώματα των επιβαινόντων, όταν στην παραπάνω θέση, λόγω της υπερβολικής ταχύτητας, της παλαιότητας του αυτοκινήτου, εργοστασίου κατασκευής MERCENTES L 508 και της μη συντηρήσεώς του,αποσπάστηκαν οι δύο τροχοί του οπίσθιου αριστερού άξονα, ο οποίος μαζί με το αντίστοιχο ταμπούρο και την αποθήκη καυσίμου, σύρονταν στο οδόστρωμα και το αυτοκίνητο, παρεκκλίνοντας της πορείας του, πότε δεξιά και πότε αριστερά, διέγραψε τελικά λοξή πορεία 95 μοιρών και ακινητοποιήθηκε, αλλά 30 μέτρα από το σημείο που άρχισε η πιο πάνω πορεία, άνοιξε η πόρτα του συνοδηγού και ο ευρισκόμενος προς αυτή παθών, έπεσε στο οδόστρωμα και από τις βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που υπέστη από την πτώση του στην άσφαλτο, απεβίωσε.

Ο Α.Π. όμως έκρινε ότι για να υπάρχει ορθή και σαφή αιτιολογία σχετικά με την συνυπαιτιότητα ή μη του θύματος πρέπει να λαμβανόνται υπ’όψιν και τα εξής:

1. Αν ο θανών γνώριζε ή μπορούσε καθ΄ οιονδήποτε χρόνο να γνωρίζει την παλαιότητα, την έλλειψη συντήρησης και την εν γένει κατάσταση του αυτοκινήτου και ότι τούτο δεν είχε ποτέ υποστεί σε έλεγχο ΚΤΕΟ

2. Αν γνώριζε ή μπορούσε καθ΄ οιονδήποτε χρόνο να γνωρίζει την κακή λειτουργία του μηχανισμού ασφάλισης της θύρας του συνοδηγού του οχήματος στο οποίο επιβιβάστηκε.

3.Αν μπορούσε, καθ΄ οιονδήποτε χρόνο να προβλέψει και από πιο στοιχείο, ότι στην πορεία μπορούσαν να αποσπαστούν ορισμένοι από τους τροχούς του αυτοκινήτου με το αντίστοιχο ταμπούρο και το αυτοκίνητο να διαγράφει ελλειπτικές κινήσεις επί του οδοστρώματος,

4. Αν γνώριζε ή μπορούσε καθ΄οιονδήποτε χρόνο να γνωρίζει και πως, ότι το συγκεκριμένο αυτοκίνητο διέθετε με βάση την άδεια κυκλοφορίας του μία μόνο θέση συνοδηγού και παρά ταύτα επιβιβάστηκε,

5. Αν, του υποδείχθηκε από τον οδηγό του αυτοκινήτου να μην ανέλθει επί του αυτοκινήτου επειδή δεν διέθετε επαρκή χώρο στο θάλαμο οδήγησης και, παρά ταύτα, ο ίδιος με δική του πρωτοβουλία ανήλθε στο αυτοκίνητο,

6. Αν είχε εναλλακτικούς τρόπους μετάβασης στο χώρο εργασίας την ημέρα εκείνη και παρά ταύτα προτίμησε να μετακινηθεί με το συγκεκριμένο αυτοκίνητο και

7. Αν, η δεξιά προς την πλευρά του θύρα του αυτοκινήτου θα υποχωρούσε από την πίεση του σώματος κατά τη πορεία και αν ακόμη το αυτοκίνητο δεν παρέμενε ακυβέρνητο από την αποκοπή των τροχών, του ταμπούρου και της αποθήκης καυσίμων.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΧΡ. ΜΗΛΙΟΥ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΕΦΕΤΑΙΣ ΑΘΗΝΩΝ

Τηλ. 6945-028153 e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it. www.legalaction.gr, fb: Αναστασία Μήλιου

Κοινοποιήστε

Εργατικό ατύχημα-ευθύνη εργοδότη

Γράφει η Αναστασία Μήλιου Δικηγόρος Παρ’Εφέταις*

Πότε είναι πλήρης η ευθύνη του εργοδότη -. Σε περίπτωση που ο παθών υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης του παθόντος, είτε αυτή είναι η κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωση είτε πρόκειται για την ειδική αποζημίωση του ν. 551/1915 και μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των χορηγούμενων σ' αυτόν από το ΙΚΑ παροχών. Αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος ο οποίος υπάρχει οσάκις ο δράστης αποφάσισε να προχωρήσει στην πράξη, απλώς ελπίζοντας - ευχόμενος ότι τελικά δεν θα επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα. Δεν εντάσσεται στο πεδίο του ενδεχόμενου δόλου η "ενσυνείδητη αμέλεια" για τη συνδρομή της οποίας απαιτείται όχι ελπίδα αλλά πίστη περί μη επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος.

Κατά το άρθρ. 1 του ν. 551/1915 "περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων", όπως κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρ. 38 εδ. α' ΕισΝΑΚ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των εργασιών ή επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρ. 2 του ίδιου νόμου (εργατικό ατύχημα), θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου μεν με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ' αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, δηλαδή θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο συνεπώς δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσής της. Σε περίπτωση τέτοιου ατυχήματος οφείλεται κατ' αρχήν η προβλεπόμενη από το άρθρ. 3 του ως άνω νόμου αποζημίωση, για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της αποζημίωσης ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματός του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, μπορεί δε κατ' εφαρμογή του άρθρ. 16 § 4 εδ. (α), (β) και (γ) του ν. 551/1915 να μειωθεί η αποζημίωση μέχρι το μισό της μόνον όταν ο παθών επέδειξε την ειδική αμέλεια που συνίσταται στην από μέρους του αδικαιολόγητη παράβαση των διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή συναφών κανονισμών, που θέτουν τους όρους ασφάλειας στην εργασία και έχουν εκδοθεί από την αρμόδια αρχή ή τον κύριο της επιχείρησης, εφόσον στην τελευταία περίπτωση κυρώθηκαν από την αρχή. Πλήρη αποζημίωση κατά το κοινό δίκαιο έχουν το δικαίωμα κατά το άρθρ. 16 § 1 του ν. 551/1915 να ζητήσουν ο παθών από εργατικό ατύχημα και σε περίπτωση θανάτου του οι προσδιοριζόμενοι στο άρθρ. 6 του ν. 551/1915 συγγενείς του μόνον όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις για τους όρους ασφάλειας και σε αιτιώδη με αυτές συνάφεια. Τέτοιες διατάξεις είναι ειδικότερα μόνον εκείνες που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζομένων και όχι τρίτων, δηλαδή δεν αρκεί ότι το ατύχημα επήλθε από την παράβαση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται μόνον από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς κατά τα λοιπά να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου.

Σε περίπτωση πάντως που ο παθών από εργατικό ατύχημα υπάγεται στην ασφάλιση του ΙΚΑ, ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση αποζημίωσης του παθόντος, είτε αυτή είναι η κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωση είτε πρόκειται για την ειδική αποζημίωση του ν. 551/1915 και μόνον αν το ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων υποχρεούται αυτός να καταβάλει στον παθόντα τη διαφορά μεταξύ της οφειλόμενης κατά το κοινό δίκαιο αποζημίωσης και του ολικού ποσού των χορηγούμενων σ' αυτόν από το ΙΚΑ παροχών.

Δόλος είναι η γνώση και η θέληση πραγματώσεως της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος. Κατά την έννοια του όρου, αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος ο οποίος υπάρχει οσάκις ο δράστης αποφάσισε να προχωρήσει στην πράξη, απλώς ελπίζοντας - ευχόμενος ότι τελικά δεν θα επέλθει το αξιόποινο αποτέλεσμα. Δεν εντάσσεται στο πεδίο του ενδεχόμενου δόλου η "ενσυνείδητη αμέλεια" για τη συνδρομή της οποίας απαιτείται όχι ελπίδα αλλά πίστη περί μη επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Η ως άνω απαλλαγή αφορά όχι μόνο την περίπτωση που το ατύχημα προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη του εργοδότη ή του παθόντος, αλλά και όταν αυτό προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη των προσώπων που προστήθηκαν από τον εργοδότη, τα οποία επίσης καλύπτονται από την απαλλαγή, ενώ καλύπτεται και η περίπτωση της ειδικής αμέλειας, που αφορά, κατά τα προεκτεθέντα, την παράβαση ειδικών διατάξεων για τους όρους ασφάλειας των εργαζομένων.

Σε όλες όμως τις περιπτώσεις ο παθών από εργατικό ατύχημα, ασφαλισμένος ή όχι στο ΙΚΑ, και αναλόγως τα μέλη της οικογένειάς του, διατηρούν κατά του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων τις αξιώσεις τους για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, εφόσον το ατύχημα οφείλεται σε πταίσμα τους, που συνιστά εν προκειμένω και η αμέλεια ως προς την τήρηση των προβλεπομένων από γενικές ή ειδικές διατάξεις όρων ασφάλειας των εργαζομένων και όχι μόνον η ως άνω ειδική αμέλεια, αφού η αξίωση χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης τους κατά τα άρθρ. 299 και 932 ΑΚ είναι διαφορετικής φύσης και δεν καλύπτεται από την απαλλαγή τους από κάθε υποχρέωση για αποζημίωση ή από την ειδική αποζημίωση κατά το ν. 551/1915, που αφορούν αξιώσεις καθαρά περιουσιακού χαρακτήρα.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ  ΧΡ.  ΜΗΛΙΟΥ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΕΦΕΤΑΙΣ ΑΘΗΝΩΝ

Τηλ. 6945-028153

e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

www.legalaction.gr,  fb: Αναστασία Μήλιου

Κοινοποιήστε

ΕΥΘΥΝΗ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΑΤΟΜΟ ΠΟΥ ΕΠΑΣΧΕ ΑΠΟ ΑΝΟΙΑ

Γράφει η Δικηγόρος Αναστασία Χρ. Μήλιου*

Κρίθηκε ότι ευθύνεται η Τράπεζα στην περίπτωση που άτομο που δεν είχε συνείδηση των πραττομένων οδηγήθηκε δι' απάτης από κάποιον τρίτο στο υποκατάστημα, με το βιβλιάριο και το διαβατήριό και υπέγραψε τα σχετικά δικαιολογητικά ανάληψης όλων των χρημάτων του, τα οποία χρήματα παρέλαβε ο εν λόγω τρίτος και τα ιδιοποιήθηκε. Η ανάληψη χρημάτων από λογαριασμό ηλικιωμένης γυναίκας με άνοια, η οποία είχε τεθεί υπό δικαστική συμπαράσταση, από τον σύντροφο της κατ' οίκον νοσοκόμας που την πρόσεχε, προκαλεί την ευθύνη και της υπαλλήλου της τράπεζας, η οποία προέβη στην εκταμίευση του ποσού από τον λογαριασμό της ηλικιωμένης, χωρίς να επιδείξει την απαιτούμενη επιμέλεια για την τρέχουσα συναλλαγή. Αποδόθηκε πταίσμα στην αρμόδια υπάλληλο της Τράπεζας, η οποία δεν έλεγξε στοιχειωδώς την κατάσταση του πελάτη, οπότε θα διαπίστωνε την πλήρη ανικανότητα επικοινωνίας της ηλικιωμένης, πράγμα που φαινόταν άλλωστε από την «ασυνάρτητη» υπογραφή που έθεσε στα δικαιολογητικά της Τράπεζας. Στο πρόσωπο της ηλικιωμένης, λόγω της νοητικής της κατάστασης, δεν υφίσταται συντρέχον πταίσμα.

Κατά τον ΑΚ, όποιος ζημιώσει άλλον παράνομα και υπαίτια έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει. Προϋποθέσεις της ευθύνης για αποζημίωση από αδικοπραξία αλλά και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που αποτελεί μη περιουσιακή ζημία είναι: α) ζημιογόνος συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη), β) παράνομος χαρακτήρας της πράξης ή παράλειψης, γ) υπαιτιότητα, που περιλαμβάνει τον δόλο και την αμέλεια και δ) πρόσφορος αιτιώδης συνάφεια μεταξύ ζημιογόνου συμπεριφοράς και αποτελέσματος, δηλαδή της ζημίας. Ο χαρακτηρισμός της παράλειψης ως παράνομης συμπεριφοράς προϋποθέτει την ύπαρξη νομικής υποχρέωσης για επιχείρηση θετικής ενέργειας που παραλείφθηκε. Τέτοια νομική υποχρέωση μπορεί να προκύψει είτε από δικαιοπραξία, είτε από ειδική διάταξη νόμου, είτε από την αρχή της καλής πίστης, όπως αυτή διαμορφώνεται κατά την παρούσα κοινωνική αντίληψη, ιδιαίτερα, σε περίπτωση που κάποιος δημιούργησε επικίνδυνη κατάσταση, από την οποία μπορούσε να προέλθει ζημία, του επιβάλλει την ενδεδειγμένη θετική ενέργεια προστασίας προς αποφυγή της ζημίας. Αμέλεια δε υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, αυτή δηλαδή που πρέπει να καταβάλλεται κατά τη συναλλακτική πίστη από το δράστη στον κύκλο της αρμοδιότητάς του, είτε υπάρχει προς τούτο σαφώς νομικό καθήκον, είτε όχι, αρκεί να συμπεριφέρθηκε κατά τρόπο αντίθετο από εκείνον, που επιβάλλεται από τις περιστάσεις. Τέλος, υπάρχει αιτιώδης συνάφεια, όταν η πράξη ή η παράλειψη του ευθυνομένου προσώπου, που μπορεί να είναι και ο ζημιωθείς στην περίπτωση που συντέλεσε και ο ίδιος στην πρόκληση ή την επαύξηση της ζημίας, ήταν κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας ικανή και μπορούσε να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα.

Επίσης ο κύριος ή ο προστήσας άλλον σε υπηρεσία ευθύνεται για τη ζημία που ο υπηρέτης ή ο προστηθείς προξένησε σε τρίτον παράνομα κατά την υπηρεσία του. Κατά την έννοια αυτή, "προστηθείς" για την αδικοπραξία του οποίου ευθύνεται, κατά τους όρους της διάταξης αυτής, το πρόσωπο που δέχεται τις υπηρεσίες του, είναι εκείνος που με τη βούληση του τελευταίου ως "προστήσαντος" απασχολείται διαρκώς ή παροδικώς με τη διεκπεραίωση υπόθεσης και γενικά με την εξυπηρέτηση των συμφερόντων αυτού κάτω από τις οδηγίες και τις εντολές τούτου ως προς τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων του. Για την ίδρυση ευθύνης του προστήσαντος από την αδικοπραξία του προστηθέντος, πρέπει ο τελευταίος να τελεί υπό τις οδηγίες και τις εντολές του προστήσαντος, ως προς τον τρόπο εκπλήρωσης των καθηκόντων του, προς τις οποίες είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται. Ο προστήσας ευθύνεται για τις ζημίες που προξένησε ο προστηθείς σε τρίτον όχι μόνο κατά την εκτέλεση της ανατεθείσας σ' αυτόν υπηρεσίας, αλλά και κατά κατάχρηση της υπηρεσίας του, η οποία υφίσταται όταν η ζημιογόνος πράξη τελέσθηκε εντός των ορίων των καθηκόντων που ανατέθηκαν στον προστηθέντα ή επ' ευκαιρία ή εξ αφορμής της υπηρεσίας, αλλά κατά παράβαση των εντολών και οδηγιών που δόθηκαν σ' αυτόν ή καθ' υπέρβαση των καθηκόντων του, εφόσον μεταξύ της ζημιογόνου ενέργειας του προστηθέντος και της υπηρεσίας που ανατέθηκε σ' αυτόν υπάρχει εσωτερική συνάφεια. Περαιτέρω, στη περίπτωση ευθύνης προστήσασας τραπεζικής εταιρίας από υπαίτια αδικοπρακτική συμπεριφορά υπαλλήλου της, συνάγεται ότι, σε περίπτωση που έχει προκληθεί σε κάποιον ζημία, περιουσιακή ή μη, και έχει ανακύψει θέμα ευθύνης άλλου για αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση, αν εκείνος που ζημιώθηκε παρέλειψε από αμέλεια, μη καταβολή δηλαδή της επιμέλειας που απαιτείται στις συναλλαγές, ήτοι της επιμέλειας του μέσου συνετού ανθρώπου εντός του επαγγελματικού και λοιπού κύκλου αυτού να επιχειρήσει θετική πράξη, την οποία όφειλε, από το νόμο ή από δικαιοπραξία ή από τις αρχές της καλής πίστεως, και η οποία ήταν ικανή, κατ' αιτιώδη συνάφεια, να αποτρέψει τη ζημία του, και έτσι παρέλειψε αυτός την αποτροπή της, το δικαστήριο μπορεί να μην επιδικάσει αποζημίωση ή χρηματική ικανοποίηση, ή να μειώσει το ποσό της. Στην περίπτωση αυτή, πρώτα εξετάζεται, αν ο συνηθισμένος επιμελής άνθρωπος μπορούσε με κατάλληλη ενέργεια ή παράλειψη να αποφύγει στη συγκεκριμένη περίπτωση τη ζημία ή να την περιορίσει και δεύτερον, αν εκείνος που ζημιώθηκε, όφειλε, ως έντιμος και επιμελής κοινωνικός άνθρωπος, να προβεί στη δυνατή αυτή ενέργεια ή παράλειψη.

Στην προκειμένη περίπτωση, έγιναν δεκτά τα ακόλουθα, "Η Ε. Π. (αρχική ενάγουσα), ηλικίας κατά το χρόνο της αγωγής 76 ετών, στη θέση της οποίας υπεισήλθε, μετά το θάνατο αυτής, ο οποίος επισυνέβη στις 19-10-1997, ως νόμιμη κληρονόμος της, διαρκούσης της εκκρεμοδικίας, η πρώτη ενάγουσα, Α. Ν. (ήδη πρώτη αναιρεσίβλητη), ζούσε, από το έτος 1979, μαζί με το σύζυγό της Κ. Π., στην .... Το ηλικιωμένο ζεύγος δεν είχε τέκνα, οι μόνοι δε πλησιέστεροι συγγενείς του, που φρόντιζαν γι' αυτό, ήταν οι ανιψιές τους, η Α. Σ. (δεύτερη ενάγουσα και ήδη αναιρεσίβλητη), ανιψιά του Κ. Π. και η παραπάνω (Α. Ν.), ανιψιά της Ε. Π.. Η τελευταία, δέκα περίπου έτη πριν του χρόνου θανάτου της, άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, καθώς έπασχε από διαβήτη και διαβητική αγγειοπάθεια του εγκεφάλου. Με την πάροδο των χρόνων η κατάσταση της υγείας της, επιδεινώνονταν, και ήδη από τα τέλη του έτους 1991 έπασχε πλέον από ανοϊκό σύνδρομο, που προκλήθηκε λόγω εγκεφαλικής αρτηριοσκλήρυνσης, συνεπεία του οποίου, δεν ήταν σε θέση να επιμελείται του εαυτού της αλλά και της περιουσίας της, καθώς, δεν μπορούσε να θέσει την υπογραφή της σε οποιοδήποτε έγγραφο ενσυνείδητα, χρήζουσας έτσι, της συμπαράστασης άλλου προσώπου. Για το λόγο αυτό, με την με αριθμό 2667/10-2-1992 απόφαση του διευθυντού του ΙΚΑ του υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης, κρίθηκε ανίκανη, λόγω αναπηρίας και αυξήθηκε το ποσό της σύνταξής της κατά 50% για το χρονικό διάστημα από 18-12-1991 έως και 31-12-1993, και στη συνέχεια δυνάμει της με αριθμό 7567/11-4-1994 απόφασης του ως άνω διευθυντού, κρίθηκε και πάλι για τους ίδιους λόγους, ανάπηρη με ποσοστό αναπηρίας 80% για το χρονικό διάστημα από 1-1-1994 έως και 31-12-1996.

Περαιτέρω μάλιστα αποδείχθηκε ότι με τη με αριθμό 10778/1994 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, αφού κρίθηκε ότι η Ε. Π. έπασχε από διαρκή πνευματική νόσο που απέκλειε τη χρήση του λογικού, ήτοι, από ανοϊκό σύνδρομο, διορίσθηκε ως προσωρινή διαχειρίστριά της, η ως άνω ανιψιά της, Α. Ν., η οποία στη συνέχεια, και μετά από την έκδοση της με αριθμό 17259/1995 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία η παραπάνω Ε. Π. τέθηκε σε κατάσταση δικαστικής απαγόρευσης, διορίσθηκε επίτροπός της με την υπ' αριθ. 33840/1995 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Ακόμη, από τα ίδια παραπάνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι το μήνα Αύγουστο με Σεπτέμβριο του έτους 1993, ο σύζυγος της Ε. Π., αποφάσισε, λόγω του ότι βρισκόταν και ο ίδιος σε προχωρημένη ηλικία και δεν μπορούσε να φροντίζει πλέον μόνος του τη σύζυγό του, να προσλάβει οικιακή βοηθό. Έτσι προσέλαβε, την Ε. Τ., υπήκοο Βουλγαρίας, η οποία σε καθημερινή βάση, πήγαινε στην οικία του ηλικιωμένου ζεύγους και αφού παρείχε τις ανατειθεμένες σ' αυτή εργασίες, στη συνέχεια αποχωρούσε. Στις 17-1-1994, απεβίωσε ο Κ. Π.. Κατόπιν αυτού, οι ως άνω ανιψιές του ζεύγους, επειδή δεν μπορούσαν να αναλάβουν οι ίδιες αποκλειστικά την καθημερινή φροντίδα της θείας τους, καθώς η κατάσταση της υγείας της ήταν τέτοια που απαιτούσε τη συνεχή της επίβλεψη, συμφώνησαν με την Ε. Τ., να διαμένει μόνιμα στην οικία αυτής (θείας τους), προκειμένου να την φροντίζει. Ανέθεσαν δε σε δικηγόρο Θεσσαλονίκης, η οποία είχε αναλάβει, να ρυθμίσει από του έτους 1991, την παραπάνω χορήγηση σύνταξης αναπηρίας της Ε. Π., και αργότερα τη θέση αυτής σε δικαστική απαγόρευση, όλη την εν γένει διαχείρηση των υποθέσεών της, μεταξύ των οποίων ήταν και η μηνιαία καταβολή της αμοιβής της Ε. Τ.. Η τελευταία, ενώ ακόμη ζούσε ο Κ. Π., διατηρούσε ερωτικό δεσμό με τον πρώτο εναγόμενο (δεν είναι πλέον διάδικος). Λόγω δε του δεσμού τους αυτού, ο πρώτος εναγόμενος, επισκεπτόταν τακτικά την οικία του ηλικιωμένου ζεύγους. Οι επισκέψεις του έγιναν τακτικότερες μετά το θάνατο του Κ. Π.. Έτσι, ο πρώτος εναγόμενος γνώριζε εξ ιδίας αντιλήψεως, ότι η Ε. Π., λόγω της ασθένειάς της, στερούνταν της χρήσεως του λογικού. Η μόνιμη διαμονή της Ε. Τ. στην οικία της Ε. Π., της παρείχε τη δυνατότητα, λόγω του ότι μετά το θάνατο του Κ. Π. ήταν η μόνη που συμβίωνε με αυτήν, να γνωρίζει αλλά και να έχει άμεση πρόσβαση, πλην των άλλων, και στα έγγραφα που υπήρχαν εντός αυτής (οικίας). Μεταξύ των εγγράφων αυτών, ήταν και ένα βιβλιάριο τραπεζικών συναλλαγών της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. Συγκεκριμένα, επρόκειτο για το βιβλιάριο με αριθμό ... κοινού λογαριασμού ταμιευτηρίου, ο οποίος ανοίχτηκε, το έτος 1991 στο με αριθμό 441 υποκατάστημα που διατηρεί η ως άνω τράπεζα στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης. Συνδικαιούχοι του λογαριασμού αυτού ήταν η Ε. Π., ο ήδη αποβιώσας σύζυγός της Κ. Π. και η δεύτερη ενάγουσα. Στο λογαριασμό αυτό υπήρχε κατατεθειμένο το συνολικό ποσό των 8.583.352 δραχμών. Για το γεγονός αυτό, δηλαδή για την ύπαρξη του εν λόγω βιβλιαρίου η Ε. Τ., πληροφόρησε τον πρώτο εναγόμενο. Την ημέρα που επήλθε ο θάνατος του Κ. Π., η δεύτερη ενάγουσα μετά του συζύγου της, μετέβησαν στην οικία της Ε. Π., προκειμένου να λάβουν τα απαραίτητα έγγραφα που χρειάζονταν για τον ενταφιασμό του ως άνω θανόντος. Μεταξύ των εγγράφων αυτών, έψαξαν και όλη την οικία, για να βρουν τα βιβλιάρια καταθέσεων, μεταξύ των οποίων και το παραπάνω, για τα οποία γνώριζαν ότι ήταν συνδικαιούχος σ' αυτά και η δεύτερη ενάγουσα. Τελικά βρήκαν μόνο ένα βιβλιάριο ταμιευτηρίου τραπέζης, με αναγραφόμενο ποσό κατάθεσης εκείνο των 300.000 δραχμών. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι ο πρώτος εναγόμενος την 24-3-1994, αφού κατάφερε να περιέλθει στην κατοχή του το παραπάνω βιβλιάριο της Εμπορικής Τράπεζας, καθώς και το διαβατήριο της Ε. Π., αφού, όπως ήδη προαναφέρθηκε, είχε τη δυνατότητα να εισέρχεται στην οικία της τελευταίας, μετέφερε την Ε. Π. στο παραπάνω υποκατάστημα της εναγομένης στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης. Μάλιστα, είπε στην Ε. Π., η οποία συνοδευόταν από την Ε. Τ. ότι θα τη μετέφερε στο νεκροταφείο, προκειμένου να επισκεφτούν τον τάφο του συζύγου της. Όταν έφθασαν στο εν λόγω τραπεζικό υποκατάστημα, εντός αυτού εισήλθε μαζί με την Ε. Π., μόνο ο πρώτος εναγόμενος, καθώς στο μέσο περίπου της διαδρομής προς την τράπεζα, η Ε. Τ. εξήλθε από το όχημα και κατευθύνθηκε σε κάποιο ανθοπωλείο. Ο πρώτος εναγόμενος ήταν τακτικός πελάτης του υποκαταστήματος που διατηρούσε η δεύτερη εναγομένη στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης, λόγω των συχνών τραπεζικών συναλλαγών στις οποίες προέβαινε, μια και διατηρούσε πρακτορείο του Ο.Π.Α.Π. Ο τελευταίος, μόλις εισήλθε στο υποκατάστημα, έχοντας στα χέρια του το ως άνω βιβλιάριο, καθώς και το διαβατήριο της Ε. Π., κατευθύνθηκε σε ένα από τα τέσσερα ταμεία της ως άνω τράπεζας, στο οποίο χρέη ταμία εκτελούσε εκείνη την ημέρα η τρίτη εναγομένη (δεν είναι διάδικος στην παρούσα δίκη). Ακολούθως, ο πρώτος εναγόμενος οδήγησε την Ε. Π. στην καρέκλα επισκεπτών του τότε υποδιευθυντή του ως άνω υποκαταστήματος Α. Χ., το οποίο βρισκόταν απέναντι περίπου από το ταμείο σε απόσταση, εάν ληφθεί υπόψη ο απαραίτητος χώρος που απαιτείται ως διάδρομος για την εξυπηρέτηση των πελατών της τράπεζας, το λιγότερο τεσσάρων μέτρων απ' αυτό. Μόλις η Ε. Π. κάθισε στο παραπάνω γραφείο, ο πρώτος εναγόμενος επιδεικνύοντας το παραπάνω βιβλιάριο, καθώς και το διαβατήριο, στην τρίτη εναγομένη, της έδωσε την εντολή, απευθύνοντας σ' αυτήν την φράση "κλείσε το λογαριασμό", να προβεί σε ανάληψη όλου του έως την ημέρα εκείνη κατατεθειμένου ποσού, δηλαδή του συνολικού ποσού των 8.864.592 δραχμών (26.014,94 ευρώ), εκ του οποίου, το ποσό των 281.240 δραχμών ήταν οι έως την ημερομηνία αυτή, τόκοι καταθέσεως. Ακολούθως, η τρίτη εναγομένη κάλεσε την Ε. Π. να προσέλθει στο ταμείο προς υπογραφή, πλην όμως μετά από προτροπή του παραπάνω υποδιευθυντού (Α. Χ.), το ένταλμα πληρωμής μεταφέρθηκε στο γραφείο του, όπου και εξακολούθησε να κάθεται η Ε. Π., προκειμένου να υπογράψει. Έτσι, αφού της υποδείχθηκε το σημείο, μη έχοντας συνείδηση των πραττομένων της και ως εκ τούτου ούτε δυνατότητα να υπογράψει ενσυνείδητα, έθεσε επ' αυτού, όπως φαίνεται από το προσκομιζόμενο ένταλμα, όχι μια συνήθη υπογραφή, έστω και ατόμου που δεν έχει τις στοιχειώδεις γραμματικές γνώσεις, αλλά μια "υπογραφή" που είχε τη μορφή ασυνάρτητων σχημάτων. Στην συνέχεια, και μετά την ολοκλήρωση της τραπεζικής συναλλαγής, ο πρώτος εναγόμενος, αφού έλαβε σε μετρητά το ποσό των 1.500.000 δραχμών περίπου, το οποίο και παρακράτησε, στη συνέχεια κατέθεσε το υπόλοιπο ποσό σε δικό του τραπεζικό λογαριασμό. Έτσι ιδιοποιήθηκε παράνομα ολόκληρο το παραπάνω ποσό καταθέσεως του κοινού λογαριασμού και προκάλεσε με αυτόν τον τρόπο ισόποση ζημία στις ενάγουσες. Η πράξη αυτή του πρώτου εναγομένου, έγινε αντιληπτή από την εν διαστάσει σύζυγό του, η οποία, γνωρίζοντας τον ερωτικό δεσμό που διατηρούσε αυτός με την παραπάνω υπήκοο Βουλγαρίας Ε. Τ., την 1-4-1994, αποκρύπτοντας την ταυτότητά της, ενημέρωσε τηλεφωνικά το σύζυγο της δεύτερης ενάγουσας σχετικά με την ανάληψη των παραπάνω χρημάτων από τον πρώτο εναγόμενο. Κατόπιν τούτου, η δεύτερη ενάγουσα με το σύζυγό της, μετέβησαν αμέσως στο υποκατάστημα Νεάπολης της δεύτερης εναγομένης, όπου και πράγματι διαπίστωσαν ότι ο παραπάνω λογαριασμός είχε μηδενισθεί. Μάλιστα, ο Α. Ι., που είχε την ιδιότητα του διευθυντή του υποκαταστήματος αυτού, συνέστησε στη δεύτερη ενάγουσα να λάβει δικαστική απόφαση, δυνάμει της οποίας να δεσμευτεί ο ως άνω λογαριασμός του πρώτου εναγομένου, ήτοι εκείνος στον οποίο είχε μεταφέρει και καταθέσει, το παραπάνω αναληφθέν ποσό του ως άνω κοινού λογαριασμού. Πλην όμως η δεύτερη ενάγουσα δεν πρόλαβε να προβεί σε καμία ενέργεια, διότι, λίγες ημέρες μετά, και ειδικότερα την 5-4 με 6-4-1994, ο πρώτος εναγόμενος, ανέλαβε όλα τα χρήματα της κατάθεσής του. Σημειούται, ότι ο τελευταίος, με την υπ' αριθ. 4426/1998 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, καταδικάσθηκε σε ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών για την πράξη της απάτης. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι για την πρόκληση αυτής της ζημίας που υπέστησαν οι ενάγουσες (αναιρεσίβλητες) ευθύνεται και η τρίτη εναγομένη, η οποία ως υπάλληλος της δεύτερης εναγομένης (αναιρεσείουσας), δεν επέδειξε τη στοιχειώδη επιμέλεια κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας της. Και τούτο διότι, αυτή, αν και από τον τρόπο υπογραφής της Ε. Π. ήταν εμφανέστατη η νοητική της κατάσταση, ωστόσο παρέλειψε να της απευθύνει το λόγο, προκειμένου να βεβαιωθεί για την κατάσταση της υγείας της, δηλαδή αν αυτή είχε τη δυνατότητα να προβεί σε οποιουδήποτε είδους τραπεζική συναλλαγή με δική της βούληση. Το γεγονός μάλιστα αυτό, ήτοι του ότι δεν ήρθε σε καμία λεκτική επαφή με την Ε. Π., κατέθεσε και η ίδια στην από 5-5-1994 προανακριτική της μαρτυρική κατάθεση, η οποία λήφθηκε στα πλαίσια της προανάκρισης που διεξήχθη, κατόπιν των από 5-4-1994 μηνύσεων που υπέβαλε η Α. Ν. κατά του πρώτου εναγομένου. Η τρίτη εναγομένη αρκέσθηκε μόνο στο γεγονός, ότι ο πρώτος εναγόμενος της επέδειξε το διαβατήριο της Ε. Π., αλλά και ότι ήταν τακτικός πελάτης του εν λόγω τραπεζικού υποκαταστήματος. Εξάλλου, η τελευταία (τρίτη εναγομένη), δεν προέβη ούτε στο σωστό και ενδεδειγμένο έλεγχο ταυτοπροσωπίας, όπως η ίδια ισχυρίζεται, αφού, ουσιαστικά δεν ήρθε σε καμία επαφή με την ως άνω καταθέτη του εν λόγω λογαριασμού, καθώς, όπως προειπώθηκε, η Ε. Π. καθ' όλη τη διάρκεια της τραπεζικής συναλλαγής, δεν σηκώθηκε καθόλου από τη θέση της. Η παράλειψη αυτή της τρίτης εναγομένης τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τη ζημία που υπέστησαν οι ενάγουσες, καθώς, αν δεν παρέλειπε να πράξει τα παραπάνω, δεν θα ολοκληρωνόταν η ανάληψη ολόκληρου του ως άνω ποσού του κοινού λογαριασμού, και έτσι δεν θα περιέρχονταν το ποσό αυτό στην κατοχή του πρώτου εναγομένου. Με βάση τα παραπάνω αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, θεμελιώνεται αδικοπραξία σε βάρος των εναγουσών και εκ μέρους της τρίτης εναγομένης. Λόγω δε της υπάρξεως της σχέσεως προστήσεως μεταξύ της τελευταίας και της δεύτερης εναγομένης τράπεζας, ευθύνεται και η δεύτερη εναγομένη τράπεζα προς αποζημίωσή τους.

Αναστασία Χρ. Μήλιου

Δικηγόρος παρ’Εφέταις Αθηνών

Τηλ. 6945-028153

e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

www.legalaction.gr

FB: Αναστασια Μήλιου

Κοινοποιήστε

Διαζύγια: είδη και προϋποθέσεις

Γράφει η Αναστασία Μήλιου,  Δικηγόρος Παρ’Εφέταις*

Ακούμε την λέξη διαζύγιο, σχεδόν καθημερινά γύρω μας.  Κάποιοι  έχουν βιώσει την διαδικασία του διαζυγίου, άλλοι πιο τυχεροί, όχι.  Τι πραγματικά ξέρετε όμως για τα διαζύγια και  το πώς χορηγούνται;  Ποια είναι η διαδικασία για να βγει ένα διαζύγιο και πόσο χρονοβόρα είναι;

Υπάρχουν τρία διαφορετικά είδη διαζυγίου: α) Το συναινετικό, β) της διετούς διάστασης και γ) του ισχυρού κλονισμού.

Το διαζύγιο βγαίνει με δικαστική απόφαση. Αν ο γάμος είναι θρησκευτικός μετά την έκδοση της απόφασης, απαιτείται και η πνευματική λύση του γάμου, από την Εκκλησία και ακολουθεί η καταχώρησή του στον κατά τόπο αρμόδιο Δήμο.

Α) ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΟ ΔΙΑΖΥΓΙΟ

Απαραίτητη προϋπόθεση του συναινετικού διαζυγίου, είναι η κοινή συμφωνία των δύο συζύγων ότι επιθυμούν να λύσουν τον γάμο τους ειρηνικά και ..αναίμακτα. Το μόνο που χρειάζεται για να εκδοθεί ένα συναινετικό διαζύγιο για αρχή, είναι η ληξιαρχική πράξη γάμου και το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης. Για να γίνει αίτηση συναινετικού διαζυγίου, πρέπει ο γάμος να έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα χρόνο. Ο δικηγόρος καταθέτει αίτηση στο δικαστήριο, παίρνει δικάσιμο για την συζήτηση της υπόθεσης και κατά την ημερομηνία εκείνη οι δύο σύζυγοι πρέπει να έχουν υπογράψει ένα συμφωνητικό τυπικό που επιβεβαιώνουν ότι επιθυμούν να λύσουν το γάμο και ένα ακόμα που κανονίζουν τα θέματα της επιμέλειας και διατροφής των ανήλικων τέκνων τους, αν αυτά υπάρχουν. Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, υπογράφεται μόνο το πρώτο συμφωνητικό. Κατά την συζήτηση στο ακροατήριο, εκφωνούνται μόνο τα ονόματα των αιτούντων και δεν ειπώνεται τίποτα άλλο σχετικά με το γάμο ή την λύση του. Λίγους μήνες μετά, το δικαστήριο εκδίδει την απόφαση για την λύση του γάμου. Μέση διάρκεια έκδοσης διαζυγίου  7 μήνες.

Β) ΑΓΩΓΗ ΔΙΕΤΟΥΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗΣ

Η αγωγή αυτή ασκείται από τον έναν από τους δύο συζύγους κατά του άλλου, και προϋποθέτει ότι είτε αυτός που ασκεί την αγωγή είτε αυτός εις βάρος του οποίου ασκείται, έχει αποχωρήσει από την συζυγική στέγη και ζει μόνος του τουλάχιστον δύο χρόνια. Εφόσον αποδειχθεί η εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης για διετία, το δικαστήριο με απόφασή  του, χορηγεί το διαζύγιο. Η απόδειξη της διετούς διάστασης μπορεί να γίνει με μάρτυρες, με μισθωτήριο άλλης κατοικίας  κ.τ.λ.  Το θετικό με την αγωγή αυτή είναι  ότι πρακτικά είναι αδιάφορο αν  ο αντίδικος σύζυγος θα παρασταθεί στο δικαστήριο ή όχι. Το αρνητικό είναι ότι είναι τακτικό δικαστήριο και αφ’ενός αργεί να συζητηθεί η υπόθεση αφ’ετέρου αργεί να εκδοθεί απόφαση. Μέση διάρκεια έκδοσης διαζυγίου 1 ½ χρόνος περίπου.

Γ) ΙΣΧΥΡΟΣ ΚΛΟΝΙΣΜΟΣ

Η αγωγή αυτή διαζυγίου μπορεί να ασκηθεί και την επόμενη ημέρα του γάμου. Δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός στην διάρκεια του γάμου ή του χωρισμού, όπως στις προηγούμενες δύο περιπτώσεις αντίστοιχα. Η διαφορά όμως έγκειται στο γεγονός ότι ο ενάγων καλείται να αποδείξει με λεπτομέρειες και να εκθέσει τα γεγονότα εκείνα μέσα στο γάμο που οδήγησαν στον ισχυρό κλονισμό της σχέσης. Π.χ. πρέπει να επικαλεστεί μοιχεία, κακοποίηση, αλκοολισμό, ναρκωτικά, άσωτο βίο κ.τ.λ. Εκτός από το δικόγραφο, τα περιστατικά αυτά θα πρέπει να εκτεθούν  με μάρτυρες στο ακροατήριο του δικαστηρίου που θα δικάσει την υπόθεση. Μέση διάρκεια έκδοσης διαζυγίου και σε αυτήν την περίπτωση  1 ½ χρόνος περίπου.

Σε αντίθεση με το τι ίσχυε μέχρι την δεκαετία του ’80, δεν εξετάζεται πλέον από το δικαστήριο ποιος από τους δύο είναι υπαίτιος για τον διαζύγιο  άρα ούτε εις βάρος ποιου από τους δύο συζύγους θα εκδοθεί .

Παλαιότερα μόνο εφόσον ο «απατημένος» σύζυγος επιθυμούσε να λυθεί ο γάμος, μπορούσε να εκδοθεί διαζύγιο. Στην σημερινή εποχή,  γίνεται φανερό ότι το διαζύγιο εκδίδεται  είτε και από τους δύο μαζί είτε από τον έναν εφ’όσον πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις.

Η ανάγκη εύκολης και ταχύτερης έκδοσης διαζυγίου προκύπτει και από τις εξής αλλαγές στην διαδικασία.

Στα συναινετικά διαζύγια παλαιότερα ο νόμος υποχρέωνε τα ζευγάρια μετά την πρώτη συζήτηση της αίτησης του συναινετικού να παρέλθει χρόνος τουλάχιστον 6 μηνών και να γίνει επανάληψη της συζήτησης για να επιβεβαιωθεί ότι όντως επιθυμούν την λύση του γάμου. Δινόταν δηλαδή από το νόμο ένα χρονικό περιθώριο για δεύτερη σκέψη και δικαίωμα αλλαγής γνώμης.

Η διετής διάσταση ήταν τετραετής. Δηλαδή η εγκατάλειψη της κοινής στέγης έπρεπε να είναι για συνεχές  χρονικό διάστημα άνω των 4 ετών και όχι των 2, που είναι σήμερα.

Μαζί με την λύση του γάμου, μπορεί να ενσωματωθεί και αίτημα για την επιμέλεια και διατροφή των ανήλικων τέκνων εφόσον υπάρχουν και  της μετοίκησης του αντιδίκου από την οικογενειακή στέγη. 

 Σε περίπτωση που το διαζύγιο έχει εκδοθεί από Δικαστήριο του εξωτερικού και έστω ένας από τους δύο είναι Έλληνας πολίτης, για να καταχωρηθεί στην μερίδα του στο Δήμο το διαζύγιο θα πρέπει να εκδοθεί απόφαση του Ελληνικού Δικαστηρίου που θα αναγνωρίζει την απόφαση του διαζυγίου που έγινε από το ξένο δικαστήριο. Αν δεν γίνει αυτή η διαδικασία, τότε δεν μπορεί να καταχωρηθεί  ο επόμενος γάμος στο Δημοτολόγιο καθώς και η εγγραφή των παιδιών από τον επόμενο γάμο.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ  ΧΡ.  ΜΗΛΙΟΥ

ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ΕΦΕΤΑΙΣ ΑΘΗΝΩΝ

Τηλ. 6945-028153

e-mail: This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it., This email address is being protected from spambots. You need JavaScript enabled to view it.

www.legalaction.gr,  fb: Αναστασία Μήλιου

Κοινοποιήστε